|
η умножение на девять #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово умножение на девять? — εννεαπλασίαση как с (ново)греческого переводится слово εννεαπλασίαση? — умножение на девять — ορνιθοκλέφτης — παράθλαση — πεζός — ολιγοέξοδος — οπλοφορία — Εβραίος — κανναβόσκοινο — βουτσινάς — κεράτινος — υδατοστρόβιλος — εγκοιλαίνω — καταπτοώ — αστεριασμένος — σιγματισμός — ενασμενίζομαι — συγκληροδόχος — διαπαρθένευση — πέμψις — αχτιδοστέφανο — κατασπάω — παρέκταμα |
|||