Новогреческий словарь
διηγηματικά
διηγηματικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διηγηματικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εθνικοποίηση
—
μαγνητεγερτικός
—
μάνιωμα
—
εγκατασπείρω
—
ολοκληρωτικώς
—
μητροκτονία
—
κουρούπα
—
γραμματοφύλακας
—
κοταμετρητό
—
κατηγοριοποιούμαι
—
βροχοσκόπία
—
εμψυχωτής
—
ανακάτεψη
—
οδοκαθαρίστρια
—
καταδνώκω
—
βούρα
—
αποπεραίωση
—
ηλεκτρολογικός
—
διευθύνω
—
καπελλού
—
προικοδότηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве