|
το паровозное депо #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово паровозное депо? — ντεπό как с (ново)греческого переводится слово ντεπό? — паровозное депо — παραπλανάω — πλησιφαής — υπερτίμηση — παραπάτημα — εθισμός — αποφατικός — αυτοβιογράφος — σαμπάνι — στασίδι — Τσικνοπέμπτη — αρπαχτικότητα — έγκειμαι — μπογαλάκι — μετάγγιση — παρηγορητικός — τσίτι — αιθύλιο — κεραυνοβόλα — πέραν — γλυκόμματος — μικροϊδιοκτησία |
|||