Новогреческий словарь
φεστιβαλικός
φεστιβαλικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
φεστιβαλικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τυπομανία
—
διαρθρωτικός
—
ζωεμπόριο
—
καταπόνηση
—
δερματένιος
—
σκληραγωγούμαι
—
κοίμισμα
—
αδιάλυτος
—
μισάζω
—
αντέρεισμα
—
πυράγρα
—
αντίπραξις
—
αρχοντοξεπεσμένος
—
αποναρκωτικός
—
πολυθεϊστικός
—
ποδόσφαιρο
—
σύμπηκτος
—
ξεφτίδι
—
αδικομάζωμα
—
κιγκαλερία
—
ψωροπερηφάνια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве