Новогреческий словарь
θωρακίζομαι
θωρακίζομαι
вооружаться
θωρακίζομαι δι' υπομονής — вооружаться терпением
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вооружаться
? —
θωρακίζομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
θωρακίζομαι
? — вооружаться
#
(ново)греческий словарь
—
πολύπους
—
χειροτέχνιδα
—
τεντοποιία
—
γαιοκτήμονας
—
τούβλο
—
γιδάς
—
ομοιοθερμία
—
διπλοφουρνιστός
—
ροκέ
—
σμπαραλιάζω
—
φθισικός
—
βραδινό
—
τρυφώ
—
ψαλτικά
—
καμινευτήριο
—
δίγαμος
—
πορνοστάρ
—
γονιμοποιός
—
επιδίωξη
—
γλαρός
—
μαστοειδίτις
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве