|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χειλίτιδα? — — ομοεθνής — αυτενεργώ — επισκευάζω — πορτέλλο — τοξάριον — ευκρίνεια — ειδωλολατρία — απογοήτευσις — μποκαδούρα — αθλήτρια — εγγράφως — παλιρροιόμετρο — εξηντατρίχης — στοματορραγία — αμετακινησία — υπαλείφω — κορώνα — σαράντα — ηλεκτρολογία — παραχώρηση — χαμούλκός |
|||