|
το смазочное масло #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово смазочное масло? — γράσσο как с (ново)греческого переводится слово γράσσο? — смазочное масло — μεταφέρω — μαργελλώνω — πνίγω — χιονάνθρωπος — ξυλογλυπτική — σίδηρομεταλλουργία — μυροπωλείο — αμμουδόπετρα — υπερχειλής — καρδιοπαθής — αρνησιδοξία — σκατιά — κουλούρι — πλανώ — μπούμπουρας — μανιφέστο — επιδίδω — ένδον — οθενδήποτε — θηλυκωτήρι — αντινευρικός |
|||