Новогреческий словарь
Φαίακες
Φαίακες
οι миф.
феаки
(жители о-ва Корфу)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
феаки
? —
Φαίακες
как с
(ново)греческого
переводится слово
Φαίακες
? — феаки
#
(ново)греческий словарь
—
μητροκτησία
—
καρβουνιά
—
λουμπάρδα
—
ωροσκοπία
—
μαλαματικό
—
αρνιστής
—
ύδνο
—
ακριτομυθία
—
διάπλους
—
ψυχραίνομαι
—
εντατική
—
άοσμος
—
καλόβολος
—
ανερεύνητος
—
τουρτουρίζω
—
κοκκινο-
—
λυπημός
—
κακοκέφαλος
—
ανέχολος
—
καστελλάνος
—
απροαιρεσία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве