|
το сливочное масло #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сливочное масло? — γαλατοβούτυρο как с (ново)греческого переводится слово γαλατοβούτυρο? — сливочное масло — ενωμένος — πλύνω — αργυροκάνατο — θολωμένος — απηρχαιωμένος — συλλοβόγριφος — σημαντική — σελλάς — μνήμων — κάτουρο — ιεροφάντιδα — σαμποταριστής — ψευτοπαλικαριά — αναφορά — ανακαλυπτικός — ζεστό — ραδιοτηλέφωνο — φυτοπαράσιτα — μηλαδέρφι — πνευματώδης — ασκομαντούρα |
|||