|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαυροειδής? — — ανθρωπολατρικός — μεταβάλλω — αθυσίαστος — υφαρπαγή — κραταιός — άγγελμα — αβαθής — αθεΐα — περιτομή — πτωχός — αλτρουιστής — μειλίχιος — αλαφροφέρνω — πνευμοθώρακας — βεράντα — πυροσωλήνας — σπλαχνικά — αφτί — λέομαι — ξεκρεμάζω — νεκροστολίζω |
|||