|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγρίως? — — τσουκαλάς — αμφιμασχάλια — συμψηφιστικός — τερματοφύλακας — διαβαστερός — εγκάθειρξη — αυτοβιογραφούμαι — διαλύω — απαντοχή — αυτοψία — εξαρτισμός — ανθοδέτρια — γριπαρόλι — βλοσυρά — μιτάρισμα — εξυπηρέτηση — μεταξού — ντροπερός — ορύσσω — οδόφραγμα — αποστάτρια |
|||