|
το дыра #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дыра? — τρήμα как с (ново)греческого переводится слово τρήμα? — дыра — απόδιαβα — φώσων — γωνιά — κατάπηγμα — διαλυτικά — οινολογικός — ακάθεκτος — ειδύλλιο — ενώπιος — θρεψερός — βατταλαλώ — γυρογυριά — αζεμάτιαστος — βοϊδομμάτισσα — επιλήψιμο — πετρούλα — δυσαπόδειχτος — εκβιομηχάνισμός — μάτισμα — σεντέφι — πεζογράφος |
|||