|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καλλίμορφος? — — ανδροκρατούμενος — λιλλιπούτειος — ανάκουστος — δονητικός — ξεβγάνω — αισθητικότητα — ανυπομονησιά — κακοζώητος — πλήρωμα — υγειονόμος — μάμμος — βαλτοθάλασσα — άχνισμα — αισχρότητα — αντιδυναστικά — στοματάς — μελλοντολόγος — αρρώστια — οσφυαλγία — εκουσίως — μεγαλοφροσύνη |
|||