|
, ~αίνουργος совсем новый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово совсем новый? — ολοκαινούργιος как с (ново)греческого переводится слово ολοκαινούργιος? — совсем новый — δηλητηριασμένος — αγρυκνώ — ανθιβόλιο — προκαρυωτικά — υπεισάγω — γλυκόποτος — αιγάγρειος — δραχμούλα — φυλλωσιά — κουκουνάρα — σκεμπές — μεμοράντουμ — χάρτων — μουφλούζεμα — σκυλοτρώγομαι — χολοστεαρικός — ρομπότ — πηγαίνω — σάλπισμα — βραγχιοφόρος — αθεΐζω |
|||