|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δεμάτιο? — — λίγδιασμα — επίπλαση — κλείστρο — απόλαψη — αναπάντητος — ναύλωση — εξετράπην — πετσωμένος — αρτοποιητικός — ανάβαθρον — μονομηνιάτικος — ογδοηκοστός — φεγγαρογεμισιά — ασμάλτωτος — τσακωμένος — ιεροσπουδαστήριον — βιόσφαιρα — βουκώνω — ταυτοφωνία — αγελαδινός — χαρτογραφία |
|||