|
цвету, расцвтаю #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανθίζομαι? — — διαπύηση — σκεπαστά — αντιφωτώ — δασκαλούδι — αποφθεγματικά — ψές — κοντολογώ — σκηνοθετικός — απηδαλιούχητος — σκωπτικότητα — περιφράσσω — αδιαμέλιστος — κλαδώνω — αχερόστρωμα — πτοώ — σήμανση — άψαχνος — χασαποσέρβικος — γούρμος — Αστυάναξ — επεξηγώ |
|||