|
το кузница (где подковывают лошадей) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кузница? — πεταλωτήριο как с (ново)греческого переводится слово πεταλωτήριο? — кузница — ασύστολος — ζυγοσταθμευτής — πελιδνός — σθεναρός — γεωτρία — αγριόκλημα — πληρωμένος — αθέρας — κατακύρωση — απολέπτυνση — ρασιοναλισμός — τοξικοφόρος — προασπιστής — κυστίδιο — ύψωση — νωχελής — αποφαγωμένος — δωσιλογισμός — σπιλιάδα — σιδηρουργία — επισκίαση |
|||