|
темноватый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово темноватый? — σκοταδερός как с (ново)греческого переводится слово σκοταδερός? — темноватый — ελαιοπυρήν — διυλισηκός — αιωνίως — κουμαντέρνω — κηρός — κάθετα — ετερολαλία — μελλούμενος — φιδένιος — γεροντομπασμένος — εξίσταμαι — τσαμπουνοτούμπακα — αυτοεπίδειξη — πατριδοκάπηλος — κοντοχωριανός — νευρικός — στοκ — νεραϊδοπαίρνω — αμακιγιάριστος — υστερογενής — δετικός |
|||