|
ο лит. спондей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спондей? — σπονδείος как с (ново)греческого переводится слово σπονδείος? — спондей — κλανιάρης — οικονομικά — σκωληκοφαγωμένος — εναπομένω — αθάρευτος — αυλάκιασμα — πνευματίστρια — δείνα — οπωρικός — τεμαχηδόν — καφενείο — φαφουταίνω — ρεμπούμπλικο — ανθελληνικά — μεταφορικός — ανάγλυφη — ικτερικός — βούσυκο — εγγικτικός — ιντριγκάρω — βραβευμένος |
|||