|
(-ήρος) ο динамо-машина переменного тока #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово динамо-машина переменного тока? — εναλλακτήρας как с (ново)греческого переводится слово εναλλακτήρας? — динамо-машина переменного тока — σουρομαδιούμαι — ακροζυγιάζομαι — ρωπικός — εγκεντρισμός — σινολογία — προδοσία — μειονότητα — διαμαντοκόλλητος — μαζύ — ανοιχτά — απόκειται — μεταξοϋφαντουργός+ — ζαρζαβατσής — είμαι — οινοβαρής — πλαγιά — πάρωρος — φραουλιά — γατίλα — επαναδραστηριοποιώ — κρασίλα |
|||