|
η сухомятка, еда всухомятку #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сухомятка? — ξηροφαγία как на (ново)греческом будет слово еда всухомятку? — ξηροφαγία как с (ново)греческого переводится слово ξηροφαγία? — сухомятка, еда всухомятку — άνδρας — πυογόνος — ουτοπιστής — αγριόχηνα — καραπουτάνα — αντικληρικαλισμός — συμψηφίζω — κουτουλίζω — μελανόμορφος — οχτάωρο — αναμάσημα — χωριατοφέρνω — εξέγερση — παλαμιά — εννεάκις — πρόσφατον — ασφάλιον — καλοκαιριάζει — ιχθυόσαυρος — ναρκισσεύομαι — διαθλαστικός |
|||