|
корыстолюбивый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово корыстолюбивый? — συμφεροντολογικός как с (ново)греческого переводится слово συμφεροντολογικός? — корыстолюбивый — ψυχροθεραπεία — θεριστής — κατακρεουργώ — κωλυσιεργικός — αντενδείκνουμαι — χωροστάθμηση — ακόνι — οξύνοια — τηκτικός — πληρωτής — τσεμπέρι — γυριστής — ροζιάζω — διαφωνώ — θνήσκω — επίπληξη — τάραξη — ηχερός — μακρυά — κατσιά — αναπήδημα |
|||