παρανυστάζω

формы словаβ
παρανυστάζω
(αόρ. παρανύσταξα) сильно хотеть спать



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово сильно хотеть спать? — παρανυστάζω
как с (ново)греческого переводится слово παρανυστάζω? — сильно хотеть спать


κοινόλεχτοςμποέμικαγραμμοποίκιλτοςφυσιολάτρισσαλυράρηςαυτοδημιουργίακατοικίζωμεγαλοκαρχαρίαςαλληλοτυπίαιουλιανάπρωτουργόςανέφικτοςσκοτοδίνηκυλινδρικόςραβδιστήςβαριοπέφτωνυχτοπερπατώτσάνταολμοστάσιοραδιοπομπόςαναγέννηση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit