|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προστυχεύω? — — μερμήγκιασμα — μετονομάζω — αποστρατεύω — μιλιούνια — αψιδοστάτης — κοζάκα — ενοχοποιούμαι — παζάρευμα — λανθασμένα — Αργεντινέζος — κουραστάρι — υπερασπίζομαι — μπαμπακοκάρυδο — όστρακο — ἀναλωθείς — φωναχτός — απόγυρος — απογέρνω — υδροχλωρικός — τέϊο — λινός |
|||