|
το окорок, ветчина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово окорок? — χοιρομέρι как на (ново)греческом будет слово ветчина? — χοιρομέρι как с (ново)греческого переводится слово χοιρομέρι? — окорок, ветчина — αόριστος — τοματοσαλάτα — εμπειροτέχνις — Η — ομπρέλλα — γοργοθάνατος — πετρελαιοαγωγός — μηναλλάγια — γαλένα — αποσβεστήρας — υποπρακτορείο — συγκαταβατικά — υποδαυλίζοντας — λιοκούκουδο — ανταλλάξιμος — κόπρανο — ανερώτηγα — αντίκοιλον — κοπιάζω — φαρμακοκινητικά — βιβλιογράφος |
|||