Новогреческий словарь
ακτινοσκοπικά
ακτινοσκοπικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακτινοσκοπικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γεφυροποιός
—
προλεταριακός
—
πολλοστημόριο
—
γενίκεψη
—
βαριά-βαριά
—
ινδιάνικος
—
φουρούσι
—
κόασμα
—
γαριδόσουπα
—
λιθογλυφικός
—
μπάνιο
—
επιχώνω
—
ίσταμαι
—
διηπειρωτικός
—
βελούγα
—
προβοσκιδοφόρος
—
συναίσθημα
—
μνήμη
—
δίμηνο
—
λαογραφία
—
τουλάχιστον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве