|
το бот. перец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перец? — καψικόν как с (ново)греческого переводится слово καψικόν? — перец — εξαιρέσιμος — μουτσουνάρα — αναβίβαση — ματά — ευφλογιστία — αξιάδα — κλεισιάδα — διακολύμβηση — επιγραμματίζω — γαλόχορτο — χονδρικός — πολιτική — κλεφτοκοττάς — γλυκοτραγουδώ — ακραξόνιο — αυτοσχεδίαστος — ελαφρόπαρτος — εκτρέπω — κάμαρα — χοή — παπαγαλισμός |
|||