|
η рыбий клей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рыбий клей? — ψαρόκολλα как с (ново)греческого переводится слово ψαρόκολλα? — рыбий клей — ανακούφιση — εξωπραγματικός — εξαφνίζω — μονοψήφιος — τελωνειακός — ανηφορίζω — δεκάλογος — οικολογία — εννεακαίδεκα — ερυθρόπους — αρνόγουνα — μπατσαρία — πυελίς — αγωνιώδης — σφοντύλι — ωτοσκόπιο — χοιρόδερμα — κατακρίνω — συνεπαίρνω — πυριόβολο — αυλικός |
|||