Новогреческий словарь
τσέρι
τσέρι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσέρι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εξυπηρετικός
—
αυτουργία
—
ελλόγος
—
βουτσάς
—
κομιτάτο
—
μπόμπιρας
—
ατζαμίστικος
—
αλανοπερίστερο
—
αλλοδαπός
—
τρελλός
—
καταχωρώ
—
αγριοκερασιά
—
μαυροφρύδης
—
σοσιαλδημοκρατία
—
πολυμαθής
—
κρυώνω
—
καναπές
—
επακολουθώ
—
πιστεύω
—
βραδυπορών
—
εργάσιμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве