|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ομοιομερής? — — κοντούτσικος — βενζινάκατος — ορτύκι — γναφεύς — ενάνθρακος — ζυγοδάκτυλα — επιλογή — μέμφομαι — παρέρχομαι — απτάλης — ελαύνομαι — ρινοπλαστία — γκερδέλι — λιπομαρτυρία — παγετών — συντροφιαστός — βρεχάμενος — θραύσμα — μυριοστημόριο — ακινδύνως — αμόλεφτος |
|||