|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συνετά? — — ενέχω — παραζαλίζω — αναθεμελιωτής — παγοβούνι — κλωστοϋφαντουργίνα — κλεισμένος — αιμομίκτης — απάλα — αγκαθοτόπι — προτροπή — κωλογάμητος — καρρό — καρβουνιάρης — ντελβές — απόκλειστος — απολιθώνομαι — ενοχλούμαι — καλπονόθεψη — επέρρωσα — αρνίσιος — ανασκελώνομαι |
|||