|
η миртовое дерево #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миртовое дерево? — μερσινιά как с (ново)греческого переводится слово μερσινιά? — миртовое дерево — ψευδάργυρος — ποδαρικό — θύννος — αρχαία — εικονοποιός — σκανδαλοθηρικός — καλοστεκάμενος — αριόσητα — σιδεράδικο — τάμπια — ταριχεία — αδενοπάθεια — καταγεμάτος — επέταξα — ζούριασμα — ρωμαίϊκος — ιππεύω — σκιερότητα — μυρωδιά — δώ — πογκρόμ |
|||