θεματολόγιο

формы словаβ
θεματολόγιο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово θεματολόγιο? —


πιάτοαναρπάζωαναντίρρητοςΔημήτριοςεχθρικάγριτζανίζωβαθυσέβαστοςαμοιβαιότηταμπλέξιμοψυχοσύνθεσηαντιλήπτωραςπεριποιητικάμεγαλόπρεποςξεσφίγγωουράνιοπαραγγέλλωετάθηνκαρροτσάκιδοξαστόςβοτίλιααδιασταύρωτος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit