Новогреческий словарь
εδεσματοθήκη
εδεσματοθήκη
η
кладовая
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кладовая
? —
εδεσματοθήκη
как с
(ново)греческого
переводится слово
εδεσματοθήκη
? — кладовая
#
(ново)греческий словарь
—
αηδονήσιος
—
ασύναπτος
—
ταυτοφωνία
—
τετράδιπλος
—
κολποειδής
—
δρομομετρώ
—
βαρκάρισσα
—
αυτοσαρκαστικός
—
εξώμοσα
—
βρετό
—
ελπιδοφόρος
—
νταλγκάς
—
βραβευμένος
—
κάλαθος
—
νέο
—
βραχυκύκλωσις
—
πατρογονικός
—
εξωταξικός
—
φρύδι
—
παπυρικός
—
δεκαπεντάμερο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве