|
спелый, сочный (о фруктах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спелый? — αναφαντός как на (ново)греческом будет слово сочный? — αναφαντός как с (ново)греческого переводится слово αναφαντός? — спелый, сочный — λευκοπελαργός — μπαμπακένιος — λαπαροσκόπιο — ασφαλίζω — υποκλίνομαι — ξηροβατικά — αχρέωτος — ευκολόπιστος — αιθεραναισθησία — αμυγδαλογαλα — αποχρωματίζομαι — θέατρο — Βρυξέλλες — ανεξερεύνητος — ψαλιδισμένος — χασμωδία — έμεσμα — πτολεμίζω — αντιμιλώ — συνειρμικός — αντιληφθείς |
|||