Новогреческий словарь
εθνογράφος
εθνογράφ|ος
ο
этнограф
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
этнограф
? —
εθνογράφος
как с
(ново)греческого
переводится слово
εθνογράφος
? — этнограф
#
(ново)греческий словарь
—
πρωτοξείδιο
—
ασκηταριό
—
θρασυδειλία
—
κοκκαλιάζω
—
απάστρευτος
—
άφθαστο
—
κορδωμένος
—
αφιλόπατρις
—
αγελαδήσιος
—
βουρκότοπος
—
ιδιωτεύω
—
δρομομέτρηση
—
παρατιμονιάζω
—
εκπίπτω
—
πνιγμονή
—
καλαθάκι
—
πρόσμειξη
—
ανέλικτος
—
μπαντανάς
—
ασυζήτητος
—
ονοματίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве