|
ο мор. старшина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово старшина? — υποκελευστής как с (ново)греческого переводится слово υποκελευστής? — старшина — μηναλλάγια — ρασισμός — φλυζάκιον — νηστικάδα — κλουβιάζομαι — ολόχρυσος — μυδοκαλλιεργητής — έντιμα — ισοτροπία — στεγοποιός — βολτάρω — πολυσυλλάβως — δεινότητα — χρησιδάνειο — εκτελεστήριος — οξύαυλος — καμωματού — αναμηρυκώμαι — εφευρέτης — ημίωρος — ηλιόκαυστο |
|||