|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μηλοπέπονο? — — δερματουργία — αιμόστασια — άστιχτος — εξαμηνίτισσα — μοντερνισμός — διαιρετέος — αμπερομετρικός — παρδαλίζω — χάχας — δεινότης — επικαίω — ύγρανση — εξεπίτηδες — μπουρτζόβλαχος — σεληναίος — ψυχοβιολογικός — δωράκι — διύλιση — χρυσόθριξ — ένθερμα — συμποσιαστής |
|||