|
(-εως) η мед. глубокая кома #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово глубокая кома? — κάρωση как с (ново)греческого переводится слово κάρωση? — глубокая кома — χαράκτης — ροχθώ — λογίζομαι — κεσές — φεσοποιείο — ομβριος — παρετυμολογικά — θυμιατό — ημιταχώς — εγωϊστής — εξηκοστό — σαΐζω — χιονοθύελλα — μπατζίνα — συντρόφι — φαράδιον — αυτοδοκιμασία — σκοπευτικο — μακαρονικός — λιλά — αργασμα |
|||