|
η ремесло медника #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ремесло медника? — χαλκούργία как с (ново)греческого переводится слово χαλκούργία? — ремесло медника — αξεσκέπαστος — ανεμομάζεμα — κρυσταλλώδης — υδατοδιαλυτός — αρωματίζω — γυμνασιαρχεία — ιπτάμενος — ξέπλεκος — αστρίμωχτος — αλευράς — χαρακτός — περιχαρακώνομαι — σώμα — δωδεκάμισυ — δέκατος — γλιστερός — δέον — ανυποτίμητος — φυγοστρατία — ανωχύρωτος — πεδούκλι |
|||