|
το бот. примула #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово примула? — δακράκι как с (ново)греческого переводится слово δακράκι? — примула — ανάποδη — μώλωμα — ηλικιώνομαι — πριγκιπάτο — αγιολόγιον — λιτός — κόλπος — βατεύω — φυλαχτάρι — σαγονού — ψωροπερηφάνια — συστρατιώτης — αποπλανητικός — ρεζεδά — στύβω — ρικνότης — συναισθηματικός — αβεβαιότητα — προεδρικός — αμάντευτος — εγγυήτρια |
|||