|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επιμελώς? — — ποταμόχωστος — ιχνογραφώ — διεφθαρμένος — γεωργήσιμος — ατρύγητος — επιπλέκω — αποσάφηση — αντιστάθμισμα — αυτομαστίγωση — γαλέντζα — κλαδευτής — γονή — καρροσερί — ψυχολογώ — επιστολάριον — γαλαντλία — οξυοσφρησία — σερπετό — κουμούνι — λιβαδοπονία — προφυλακτικό |
|||