|
паразит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово паразит? — παράσιτος как с (ново)греческого переводится слово παράσιτος? — паразит — γουναρική — ανιμίστρια — προσεγγίζω — φωτοειδησεογραφία — χιονισμένος — μπαλάντσο — δερματολογικός — συνωστίζομαι — δαμαλίς — τεχνίτης — διαλάλημα — σφένδαμνος — φωτοτροπισμός — απέχθεια — γυρεύτρα — ποδοσφοιρικός — μακρυνάρι — φαν — μοδιστρούλα — ιδού — πρόσφορος |
|||