Новогреческий словарь
βασκάνιον
βασκάνιον
το
амулет
(против сглаза)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
амулет
? —
βασκάνιον
как с
(ново)греческого
переводится слово
βασκάνιον
? — амулет
#
(ново)греческий словарь
—
θερμοχημεία
—
αηδονολαλούσα
—
κλασματικός
—
χαχανητό
—
προεμπειρικός
—
ιταλική
—
βαφτιστικό
—
ελληνιστικός
—
γλυκοπικρογίνομαι
—
γδάρμα
—
γρουσουζλαμάς
—
λιγνιτωρυχείο
—
αλγώ
—
πασπαλώνω
—
ζύγισμα
—
εχέμυθος
—
αρνησιθεία
—
αγευστί
—
απαγχονίζω
—
λέβιο
—
υποχόνδριον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве