|
το тридцатка (о деньгах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тридцатка? — τριαντάρι как с (ново)греческого переводится слово τριαντάρι? — тридцатка — ετήσιος — μηδαμώς — περίδρομος — ξεχαρβόλωμα — κρουνηδόν — επιστήριξις — αναβαπτισμός — μικροκλέπτρια — νεωτερισμός — υφαλοκρηπίδα — αποατομικοποιημένος — κακωσύνη — αρχοντοχωριάτισσα — κανακάρισσα — εμβρυολογία — καταμαρτυρώ — φασιστοειδές — σουρομαλλιάζομαι — γερμένος — κακούργος — πολυανδρικός |
|||