Новогреческий словарь
διακηρυκτικός
διακηρυκτικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διακηρυκτικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φούχτωμα
—
δενδροφυτεία
—
ακαπλάντιστος
—
μελόπιτα
—
αμπώθω
—
αδάμας
—
συνωμοσιολογικός
—
απολογητική
—
εφελκίδωσις
—
νιοφερμένος
—
πόση
—
χάρις
—
σακατιλίκι
—
ανάδειξη
—
λαιμουδιά
—
σκεπή
—
αρμοση
—
χοντρομυτης
—
κατακόμβη
—
φυλακώνω
—
χορείος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,