|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αδειασμένος? — — ισπανικός — τεταγμένος — φύρδην — ξενολατρία — αλυσιδώνω — ελευθέρωση — κατοικιό — τελειοποίηση — βράχνιασμα — ασμένως — τριάλμπουρος — αλλαξοφεγγαριά — καταγραφέας — βαλτοθάλασσα — αμοιβαδόζωα — στοκ — ενιαία — ψωμοζητώ — εισελαύνω — καλογρηά — νομοτελειακά |
|||