|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εγκυκλοπαιδισμός? — — συντόμως — αποθέσιμο — ανακούρκουδα — αιματιά — εμποροϋπάλληλος — γκαλοπάρω — εξασθένιση — κάσκα — επιπωμάτιση — αυτόφυτος — θρίξ — ξέσκασμα — άλλα — συντεχνίτης — ουσιαστικοποιημένος — βρομόκαιρος — ευαπόδεικτος — αλησμονώ — εργαλειομηχανή — ίνωμα — ψαρόκολλα |
|||