|
το жертвенник, алтарь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жертвенник? — θυσιαστήριο как на (ново)греческом будет слово алтарь? — θυσιαστήριο как с (ново)греческого переводится слово θυσιαστήριο? — жертвенник, алтарь — αχρέωτος — βούλλα — παραπληγία — άποικος — καυχησιολογιέμαι — δεκαεννιά — εσείς — ελαιοχρωμία — βαθμολόγιο — δαμάλειος — ξανακινάω — αμμουδερός — τυρέμπορος — περιεσκεμμένος — φούλι — νοικοκυρεύομαι — προσαράσσω — ιχθυοκαλλιεργήτρια — πρήστος — τάραξη — προσομοιάζω |
|||