|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επανερχόμενος? — — φυλή — βεργούλα — αγωνιστικότητα — αεροναυπηγία — δεδικασμένο — εκσπερματίζομαι — θρησκεία — οστούν — υπνωτίζομαι — μπούσουλας — έλαση — αναμασώ — αντιστρατεύομαι — χρονόμετρο — νευρικότητα — συνταξούλα — κουβεντιασμένη — εκφυλιστικά — κοττόπιττα — εξαντλητός — σλιπ |
|||